1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Εκδρομή στα Πριγκιποννήσια - Joachim Sartorius

Σπύρος Μοσκόβου14 Απριλίου 2009

Η καινούργια ποιητική συλλογή του Γερμανού Αλεξανδρινού Joachim Sartorius Hotel des Etrangers

https://p.dw.com/p/HWdS
Εικόνα: picture-alliance/ dpa/dpaweb

Για τον Γερμανό ποιητή Joachim Sartorius έχουμε ξαναμιλήσει, έχουμε ξαναμιλήσει γι’ αυτόν τον πλάνητα της οικουμένης και της γλώσσας που επισκέφθηκε κάποτε, όταν εργαζόταν στη γερμανική πρεσβεία της Λευκωσίας, την Αλεξάνδρεια αναζητώντας τα ίχνη του Καβάφη. Καρπός εκείνου του ταξιδιού ήταν ο ποιητικό κύκλος «Αλεξάνδρεια».

Κρατάμε τώρα στα χέρια την καινούργια ποιητική συλλογή του Sartorius που μόλις κυκλοφόρησε, με τίτλο Hotel des Etrangers. Ξεφυλλίζουμε και πέφτουμε σε γνώριμους τόπους που είναι και τόποι της ποίησης αυτού του Γερμανού Αλεξανδρινού: Οδησσός, Κωνσταντινούπολη, Πάφος, Τύνιδα.

Να διαβάσουμε το ποίημα που δίνει τον τίτλο του σε ολόκληρη τη συλλογή:

Hotel des Etrangers

Πήραμε το πλοίο για την Πρίγκιπο, το μεγαλύτερο

απ’ τα Πριγκιποννήσια. Νιώθαμε μια χαρά.

Στο νησί ήταν Έλληνες (αφομοιωμένοι),

Αρμένιοι (αφομοιωμένοι) κι εμείς, άλλοι ξένοι.

Το προσωπικό του ξενοδοχείου μιλούσε τουρκικά, επίσης

λίγα γαλλικά. Κι έτσι η στενοχώρια μας

παρέμενε εντός ορίων. Τραγούδια και φωτογραφίες,

αυτά μονάχα είχαμε πάρει μαζί μας. Ανταλλάσσαμε απόψεις,

προσηλώναμε το βλέμμα στο νερό του Μαρμαρά.

Είχε τελειώσει κιόλας η ζωή μας; Προσπαθούσαμε

να φύγουμε, με λόγια ή στον ύπνο.

Μερικές φορές μέσα στη νύχτα βυθιζόμασταν σε όλο και πιο παγερά

στρώματα του αέρα, της γλώσσας, που απλώνονταν

εκατομμύρια μίλια μακριά. Ήταν δύσκολο μετά

να συνηθίσουμε πάλι τους γλάρους, τις μιμόζες,

τα πρόσωπα. Ήμασταν σαν σύκα

που είχαν πικρίσει. Σκουρόχρωμα,

μαραγκιασμένα, πάνω σε μακριά γκρίζα κλαδιά.

Εδώ τελειώνει το ποίημα. Και μένει η εικόνα αυτής της παρέας που επισκέπτεται την Πρίγκιπο στο Μαρμαρά, αλλά ενώ εξωτερικά είναι όλα μια χαρά για τους εκδρομείς, λίγο βαθύτερα τους τρώει ένα σαράκι: η επίγνωση ότι σιγά-σιγά όλα τελειώνουν, ότι οι μεγάλες λεωφόροι έχουν στενέψει, ότι η επιλογές έγιναν προ πολλού, και τα πρόσωπα μαράγκιασαν και οι ψυχές απορούν με το τι μέλλει γενέσθαι. Όχι, δεν διαβάζουμε αυτό το ποίημα του Σαρτόριους σαν θρήνο και προανάκρουσμα του τέλους, αλλά σαν ελεγεία καθώς αρχίζει ο δίκαιος καταποντισμός της ηλικίας.