1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Οι υποψήφιοι για το χρίσμα και το «χαρτί» της οικονομίας

2 Μαρτίου 2016

Κλίντον και Τραμπ θριάμβευσαν στη χθεσινή «Σούπερ Τρίτη». Με την οικονομία να κυριαρχεί στις προκριματικές εκλογές, οι διεκδικητές του χρίσματος Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών σκιαγραφούν την εκδοχή που τους εξυπηρετεί.

https://p.dw.com/p/1I51c
Εικόνα: Reuters/D. Becker/N. Wiechec

Ο Ντόναλντ Τραμπ στους Ρεπουμπλικάνους και η Χίλαρι Κλίντον στους Δημοκρατικούς επικράτησαν σαφώς στην κρισιμότερη καμπή των αμερικανικών προκριματικών εκλογών για την εξασφάλιση του χρίσματος που θα τους επιτρέψει να διεκδικήσουν τον προεδρικό θώκο στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου. Κατά τις εκλογικές αναμετρήσεις της χθεσινής «Σούπερ Τρίτης», όπως αποκαλείται, αμφότεροι επικράτησαν σε επτά πολιτείες.

Στους Δημοκρατικούς, η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον αναδείχθηκε πρώτη σε Τζόρτζια, Βιρτζίνια, Άρκανσο, Αλαμπάμα, Μασαχουσέτη, Τενεσί, Τέξας και στην περιοχή της Αμερικανικής Σαμόα, με τον ανταγωνιστή της Μπέρνι Σάντερς να επικρατεί στο Βερμόντ (όπου εκλέγεται), στην Οκλαχόμα, το Κολοράντο και τη Μινεσότα.

Κλίντον και Τραμπ ξεκάθαρα φαβορί

Στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων, ο αμφιλεγόμενος δισεκατομμυριούχος Ντόναλντ Τραμπ επικράτησε των ανταγωνιστών του στις πολιτείες του Βερμόντ, της Τζόρτζια, της Αλαμπάμα, της Βιρτζίνια, της Μασαχουσέτης, του Τενεσί και του Άρκανσο. Ο γερουσιαστής του Τέξας Τεντ Κρουζ επικράτησε στην εκλογική του περιφέρεια αλλά και στις πολιτείες της Οκλαχόμα και της Αλάσκα, με τον έτερο διεκδικητή του χρίσματος Μάρκο Ρούμπιο να πετυχαίνει την πρώτη του νίκη στη Μινεσότα.

Η Χίλαρι Κλίντον και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πιθανό να τεθούν τελικά αντιμέτωποι στη μάχη των προεδρικών εκλογών τον Νοέμβριο
Η Χίλαρι Κλίντον και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πιθανό να τεθούν τελικά αντιμέτωποι στη μάχη των προεδρικών εκλογών τον ΝοέμβριοΕικόνα: picture-alliance/dpa/AP Photo/C. Kaster

Κυρίαρχο θέμα σε αυτές τις εκλογές είναι μεταξύ άλλων και η οικονομία. Στο πεδίο αυτό αριθμοί δικαιώνουν απόλυτα τον Μπαράκ Ομπάμα. Από τότε που ανέλαβε τα προεδρικά ηνία το 2008 η ανεργία μειώθηκε στο μισό. Η απασχόληση κινείται ανοδικά και ο αναπτυξιακός ρυθμός είναι ικανοποιητικός. Ωστόσο, οι πολίτες των ΗΠΑ εξακολουθούν να αναφέρουν τις ανησυχίες για την κατάσταση στο πεδίο της οικονομίας ως ένα από τα κύρια θέματα του προεκλογικού αγώνα που βρίσκεται σε εξέλιξη ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Για πολλούς ανθρώπους δεν είναι αισθητά τα αναπτυξιακά οφέλη. Το μέσο εισόδημα των αμερικανικών νοικοκυριών μειώθηκε αισθητά στις δύο θητείες Ομπάμα και οι τιμές των ακινήτων δεν έχουν ανακάμψει ακόμη από την κατάρρευση που υπέστη η αγορά το 2008.

Κάθε υποψήφιος με τη δική του οικονομική πραγματικότητα

Οι διεκδικητές της προεδρικής υποψηφιότητας στα στρατόπεδα των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων χρησιμοποιούν τα στοιχεία της οικονομίας κατά το δοκούν. «Το πραγματικό ποσοστό ανεργίας είναι τουλάχιστον διπλάσιο», καταγγέλλει ο αριστερός υποψήφιος των Δημοκρατικών Μπέρνι Σάντερς, με τον αμφιλεγόμενο Ντόναλντ Τραμπ στους Ρεπουμπλικάνους να μιλά για ποσοστό ανεργίας της τάξης του 42% - αμφότεροι δεν πλαισιώνουν τους ισχυρισμούς τους με αποδεικτικά στοιχεία. Ο ανταγωνιστής του Τραμπ για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων Τεντ Κρουζ υποστηρίζει ότι 92 εκατομμύρια Αμερικανοί δεν έχουν απασχόληση, με τον έτερο διεκδικητή των Ρεπουμπλικάνων να επιρρίπτει στην Χίλαρι Κλίντον ότι έχει μεταφερθεί στο παρελθόν με «μια μηχανή του χρόνου». Σύμφωνα με αμερικανικά μπλογκς που ελέγχουν την εγκυρότητα των δηλώσεων των υποψηφίων, η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ είναι η μόνη που δεν υπερβάλλει στην παρουσίαση των στοιχείων που αφορούν την ανεργία.

Σύμφωνα με αμερικανικά μπλογκς που ελέγχουν την εγκυρότητα των δηλώσεων των υποψηφίων, η Χ. Κλίντον είναι η μόνη που δεν υπερβάλλει στην παρουσίαση των στοιχείων για την ανεργία
Σύμφωνα με αμερικανικά μπλογκς που ελέγχουν την εγκυρότητα των δηλώσεων των υποψηφίων, η Χ. Κλίντον είναι η μόνη που δεν υπερβάλλει στην παρουσίαση των στοιχείων για την ανεργίαΕικόνα: Reuters/J. Ernst

Κάθε υποψήφιος φαίνεται να παρουσιάζει τη δική του οικονομική πραγματικότητα ανάλογα με το εκλογικό του ακροατήριο. Πάντως τα δυσοίωνα σενάρια που σκιαγραφούν δεν είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας. Η αμερικανική οικονομία αντιμετωπίζει διαρθρωτικά προβλήματα, τα οποία δεν συνιστούν μεν υπαρξιακή απειλή για τις ΗΠΑ, όμως θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Η ασθενής ανάπτυξη στο τέλος του προηγούμενου έτους, οι κίνδυνοι που συνεπάγεται η κατακόρυφη πτώση της τιμής του πετρελαίου και το ενισχυμένο δολάριο αποτελούν πηγή ανησυχίας πολλών επενδυτών για πιθανή κατάρρευση της αμερικανικής οικονομίας. Στις χρηματαγορές ηχεί ήδη ως ενδεχόμενο η άκρως δυσάρεστη λέξη «ύφεση».

Ρυθμιστικός παράγοντας η πολιτική της FED

Ωστόσο, αρκετοί οικονομολόγοι θεωρούν υπερβολικούς αυτούς τους φόβους. «Για πολλούς επενδυτές οι ΗΠΑ οδεύουν ήδη προς μια κρίση – το δικό μας μοντέλο δείχνει αντιθέτως ότι η πιθανότητα ύφεσης ανέρχεται μόλις σε 5%» εξηγεί ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γεργκ Κρέμερ. Όπως διευκρινίζει, η ανοδική τάση στην αγορά εργασίας παραμένει ακέραια, γεγονός που στηρίζει τα ιδιωτικά εισοδήματα, στα οποία στηρίζεται ο τόσο σημαντικός για την αμερικανική οικονομία καταναλωτικός τομέας. Σύμφωνα με τον Γεργκ Κρέμερ, και το ισχυρό δολάριο είναι διαχειρίσιμος παράγοντας, ενώ «και τα δάνεια πετρελαϊκών εταιρειών που πλήττονται (σ.σ. από το φθηνό πετρέλαιο) αντιστοιχούν σε 2%-3% του συνόλου των δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες των ΗΠΑ».

Ο Γεργκ Κρέμερ δεν συμμερίζεται τους φόβους για κατάρρευση της αμερικανικής οικονομίας
Ο Γεργκ Κρέμερ δεν συμμερίζεται τους φόβους για κατάρρευση της αμερικανικής οικονομίαςΕικόνα: Commerzbank AG

Ως εκ τούτου μία κατάρρευση της αμερικανικής οικονομίας αντίστοιχη εκείνης του 2008 δεν θα πρέπει να θεωρείται πιθανή, εξηγεί ο γερμανός οικονομολόγος, απευθύνοντας όμως παράλληλα μια σοβαρή προειδοποίηση. Όπως υπογράμμισε, τα δεδομένα μπορεί να αλλάξουν εντός των επόμενων μηνών εάν η FED (Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ) προβεί σε νέα αύξηση των βασικών επιτοκίων μετά από εκείνη του περασμένου Δεκεμβρίου.

Dpa, Άρης Καλτιριμτζής