1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Ο πρόεδρος της Γερμανίας έδωσε το «πράσινο φως» για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών

22 Ιουλίου 2005

Με τηλεοπτικό του διάγγελμα που μεταδόθηκε ζωντανά από όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Χορστ Κέλλερ, ανακοίνωσε την διάλυση του κοινοβουλίου και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Βασικό του επιχείρημα ότι δεν πείσθηκε από όσους εναντιώθηκαν στη διαδικασία για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες…

https://p.dw.com/p/Av3G
Εικόνα: AP

Κάνοντας συχνές αναφορές στους προκατόχους του και κυρίως στον πρώην πρόεδρο Κάρλ Κάρστενς που το 1983 είχε αποφασίσει ανάλογα και με το ίδιο σκεπτικό τη διάλυση του κοινοβουλίου, ο κ. Κέλλερ υπογράμμισε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών είναι το καλύτερο για τη χώρα:

«Κάνοντας μία συνολική θεώρηση των πραγμάτων κατέληξα στο συμπέρασμα ότι με την προκήρυξη εκλογών εξυπηρετώ κατά των καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα του λαού μας. Υπό τις παρούσες συνθήκες το καλύτερο είναι να αποφασίσει ο λαός για τη μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας».

Για μία «κυρίαρχη απόφαση», έκανε λόγο λίγα λεπτά αργότερα ο καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ:

«Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου θα είμαι εκ νέου υποψήφιος. Και αυτό επειδή πιστεύω ότι οι μεταρρυθμίσεις - τις οποίες ξεκίνησα - είναι σωστές και αναγκαίες. Για να προχωρήσει κανείς σε μεταρρυθμίσεις απαιτείται θάρρος, επιμονή και αποφασιστικότητα. Γι΄ αυτό το λόγο θα καταβάλω τις επόμενες εβδομάδες κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου οι πολίτες να αναθέσουν σε μένα τη συνέχιση αυτών των μεταρρυθμίσεων».

Και η πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών και υποψήφια για την καγκελαρία Άνγκελα Μέρκελ επιδοκίμασε την απόφαση του προέδρου της Δημοκρατίας:

«Καλώ όλους να εκμεταλλευθούμε αυτήν την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Η Γερμανία έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες, δυνατότητες που προς το παρόν δεν μένου ανεκμετάλλευτες. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με 5 εκατομμύρια ανέργους, 40.000 λουκέτα σε επιχειρήσεις και ένα υπέρογκο δημόσιο έλλειμμα. Μπορούμε να τα καταφέρουμε, εάν αποδεχθείτε την δική μας πρότασή μας».

Με την χθεσινή απόφαση του προέδρου της Δημοκρατίας γράφτηκε η τελευταία πράξη σε πολιτικό επίπεδο, σειρά έχουν τώρα οι δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας, οι οποίοι θα κληθούν να εξετάσουν τις προσφυγές δύο βουλευτών, οι οποίοι επιμένουν ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε παραβιάζει το γερμανικό σύνταγμα. Ένας από αυτούς ο Βέρνερ Σουλτς, βουλευτής των Πρασίνων:

«Δεν έχει σημασία το αν θέλει κανείς εκλογές. Το σημαντικό για μένα είναι η διαδικασία που ακολουθείται να είναι σωστή και να συνάδει με το σύνταγμα. Η απόφαση του προέδρου δεν με εκπλήσσει, προφανώς δεν μπορούσε να αντισταθεί στις πολιτικές πιέσεις. Το ζήτημα τώρα είναι να εξετάσει την υπόθεση το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο».

Οι προσφυγές αναμένεται να κατατεθούν την επόμενη εβδομάδα, η απόφαση του δικαστηρίου μέχρι το τέλος Αυγούστου. Όπως εκτιμούν αναλυτές πάντως οι δικαστές δεν πρόκειται να σταθούν εμπόδιο στην πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Έτσι και ο πρώην αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Έρνστ Γκότφριντ Μάρενχολτς, ο οποίος εκτιμά ότι η απόφαση του προέδρου ήταν η ενδεδειγμένη:

«Είναι σωστό. Ο πρόεδρος είπε ότι δεν υπήρχε καλύτερη εναλλακτική πρόταση από αυτήν του καγκελάριου Σρέντερ. Ανάλογη ήταν και η κατάσταση πριν από 22 χρόνια. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποφανθεί τότε ότι το βασικότερο κριτήριο είναι πώς αξιολογεί την κατάσταση ο ίδιος ο καγκελάριος, και πως αν ο πρόεδρος δεν έχει άλλη, καλύτερη, τότε πρέπει να υιοθετήσει την πρόταση για διάλυση του κοινοβουλίου».

Σύμφωνα με χθεσινοβραδινή δημοσκόπηση για λογαριασμό της κρατικής τηλεόρασης που διενεργήθηκε αμέσως μετά την ανακοίνωση του προέδρου της Δημοκρατίας, η Ένωση των Χριστιανικών Κομμάτων - αν και χάνει μέσα σε δύο μέρες δύο ποσοστιαίες μονάδες – εξακολουθεί να προηγείται σταθερά συγκεντρώνοντας 42 %, έναντι μόλις 27 % που λαμβάνει το κυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του κ. Σρέντερ. Οι Πράσινοι στο 9 %, οι Φιλελεύθεροι στο 7 %, ενώ η νέα συμμαχία των αριστερών κομμάτων εμφανίζεται τρίτη δύναμη με ποσοστό 12 %.