1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Λιγοστές οι ελπίδες για γεφύρωση των διαφορών στη Νάπολη

28 Νοεμβρίου 2003
https://p.dw.com/p/AvlP
Στη Νάπολη της Ιταλίας είναι σήμερα και αύριο στραμμένα τα βλέμματα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, καθώς οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ξεκινούν μια προτελευταία προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών για το σχέδιο της συνταγματικής συνθήκης που επεξεργάσθηκε και παρουσίασε η Συντακτική Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης.

Την αρχική αισιοδοξία ότι το σχέδιο αυτό θα είχε εγκριθεί μέχρι τη λήξη της ιταλικής προεδρίας δεν συμμερίζονται πλέον όλοι, καθώς η συμβιβαστική πρόταση που κατέθεσε προχθές η ιταλική προεδρία δεν φαίνεται να υιοθετείται από τις χώρες- μέλη. Ο προεδρεύων της συνόδου υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Φράνκο Φρατίνι που είναι αντιμέτωπος με 90 προτάσεις τροπολογιών απηύθυνε κατά την εναρκτήρια ομιλία του έκκληση στους ομολόγους του να αξιοποιήσουν την "ιστορική ευκαιρία" και, θέτοντας το ευρωπαϊκό συμφέρον υπεράνω των επιμέρους συμφερόντων των κρατών- μελών, να συμβάλουν στη γεφύρωση των διαφορών και την υιοθέτηση του σχεδίου Συντάγματος.

Και μετά την κατάθεση πάντως των συμβιβαστικών προτάσεων της ιταλικής προεδρίας δεν φαίνεται να σημειώνεται θεαματική κινητικότητα. Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία θέλουν να μείνει το σχέδιο της συνταγματικής συνθήκης ως έχει στα κυριότερα σημεία του. Οι μικρότερες χώρες και κυρίως η Αυστρία, απαιτούν κάθε χώρα να έχει τον Επίτροπό της και μάλιστα με δικαίωμα ψήφου, σε αντίθεση με τους μεγάλους που επιμένουν στο γράμμα του σχεδίου της Συντακτικής Συνέλευσης που προβλέπει εκ περιτροπής αντιπροσώπευση στην Κομισιόν. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φίσερ πάντως δείχνει διάθεση συμβιβασμού στο ζήτημα αυτό, ζητώντας όμως ως αντάλλαγμα τη διασφάλιση διπλών πλειοψηφιών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου θα πρέπει, κατά την άποψή του, να παίζει ρόλο και η πληθυσμιακή δύναμη της κάθε χώρας. Στον αντίποδα Πολωνία και Ισπανία που επιμένουν στο γράμμα και το πνεύμα της Συνθήκης της Νίκαιας. Το ενδεχόμενο χρήσης του δικαιώματος βέτο από αυτές τις δύο χώρες θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα την ολοκλήρωση της Διακυβερνητικής με απρόβλεπτα αποτελέσματα για το μέλλον της Ευρώπης, εκτιμά ο αρμόδιος για τη διεύρυνση κοινοτικός επίτροπος Γκίντερ Φερχόιγκεν:
"Εάν ναυαγήσει η συνταγματική συνθήκη δεν θα έχει αποτύχει μόνο μια νομοθετική προσπάθεια, αλλά θα βρεθούμε αντιμέτωποι με το ναυάγιο μιας βασικής συνιστώσας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Θα ήταν τραγικό λάθος να πιστέψουμε ότι μπορούμε να συνεχίσουμε στη βάση της Συνθήκης της Νίκαιας, υπογράμμισε ο κ. Φερχόιγκεν.

Σύμφωνα με τον αρμόδιο για τη διεύρυνση κοινοτικό επίτροπο το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ θα πρέπει να προσαρμοσθεί στα νέα δεδομένα των 25 χωρών- μελών. Σε αντίθετη περίπτωση "θα προκύψουν νέα πολιτικά σενάρια στην ΕΕ τα οποία θα ξεδιπλωθούν με αρνητικές για την ολοκλήρωση συνέπειες".

Στο ζήτημα για παραδειγμα της εμβάθυνσης της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της ΕΕ, η Βρετανία έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα υποχωρήσει σε ό,τι αφορά το το δικαίωμα του βέτο. Πολωνία και Βρετανία φαίνεται ότι έχουν συμφωνήσει να αλληλοϋποστηρίζονται προκειμένου να περάσουν τις θέσεις τους. Οι καχυποψίες επίσης των μικρών χωρών έναντι των μεγάλων ενισχύονται μετά την απόφαση των 15 στο ζήτημα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων Γαλλίας και Γερμανίας.

Διαφιλονικουμενο εξακολουθεί να είναι και το ζήτημα της θεσμοθέτησης του αξιώματος του υπουργού Εξωτερικών της Ενωσης, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο επί του προϋπολογισμού της ΕΕ. Σύμφωνα μάλιστα με τον γερμανό ευρωβουλευτή Ελμαρ Μπροκ ο έλεγχος αποτελεί βασικότατο δικαίωμα των κοινοβουλίων: "Εάν αλλάξει αυτό θα έχουμε πόλεμο. Το Ευρωκοινοβούλιο δεν πρόκειται να το αποδεχθεί."

Φυσικά οι διαφωνίες επεκτείνονται και σε άλλα σημεία της συνταγματικής συνθήκης. Πολιτικοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι ακόμη και εάν προκύψει τελικά κάποιος συμβιβασμός στη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στη Νάπολη, και καταλήξει σε κάποιο τελικό σχέδιο η Διακυβερνητική, έπεται η διαδικασία της επικύρωσης του νέου Συντάγματος από τις χώρες- μέλη. Σε κάποιες από αυτές απαιτούνται μάλιστα δημοψηφίσματα, η έκβαση των οποίων δεν μπορεί να προβλεφθεί.