1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Ο τσελεμεντές νικά το μυθιστόρημα

Σπύρος Μοσκόβου5 Δεκεμβρίου 2008

Το λέγαμε παλιότερα μισοαστεία-μισοσοβαρά ότι στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης το σουξέ από την Ελλάδα ήταν οι τσελεμεντέδες που κάθε χρόνο κουβαλούσε και κουβαλά αυτοπροσώπως η Βέφα Αλεξιάδου.

https://p.dw.com/p/GA4e
Εικόνα: dpa

Ήταν μια καλοπροαίρετη υπερβολή για να αναδείξουμε με παραστατικό τρόπο τον μηδαμινό ρόλο που έπαιζε στη διεθνή σκηνή η ελληνική λογοτεχνία σε αντίθεση, ας πούμε, με μια περιζήτητη περιγραφή του πώς θα κάνει η Ευρωπαία νοικοκυρά έναν πεντανόστιμο μουσακά. Και να που η καλοπροαίρετη υπερβολή έγινε αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, και μάλιστα διεθνώς. Οι στατιστικές που μόλις φθάνουν από τη Γαλλία μας λένε ότι τα μυθιστορήματα, που οι διάφοροι εκδοτικοί οίκοι προαλείφουν για μπεστ σέλερ και τους τρέχουν τα σάλια προκαταβολικά για τα επικείμενα κέρδη, βουλιάζουν εκδοτικά και δεν αποφέρουν τίποτα. Αντίθετα θριαμβεύουν και πουλούν τα μη λογοτεχνικά βιβλία. Παρόμοιες τάσεις και στη Γερμανία. Οι διάφοροι σύμβουλοι έχουν πάρει πάλι τα πάνω τους στις πωλήσεις, σύμβουλοι μαγειρικής, ευζωίας και υγείας. Και εδώ λοιπόν «όχι» στο μυθιστόρημα, «ναι» στις οδηγίες χρήσεως μιας ζωής καλής και εύγευστης.

Μια δόση φαντασίας…

Μαζί με αυτή την αναπάντεχη, σίγουρα όχι οριστική, αλλά και προσωρινά έστω αδιαφιλονίκητη ετυμηγορία του ευρωπαϊκού αναγνωστικού γούστου καταρρακώνεται και η θεωρία του αναχωρητισμού. Τι είναι αυτή; Είναι η τρέχουσα άποψη ότι η άνθρωπος χρειάζεται στην καθημερινότητά του μια δόση φαντασίας, μια μικρή έστω φυγή στη φαντασία για να αντέξει ακριβώς αυτή την καθημερινότητα. Το μυθιστόρημα υποτίθεται ότι του την προσφέρει και ως εκ τούτου η λογοτεχνία έχει σίγουρο κοινό, σίγουρη πελατεία. Ναι, αλλά πούντη η πελατεία, αφού η στατιστική σου λέει τώρα ότι ο άλλος προτιμά ένα δοκίμιο ή ένα τσελεμεντέ, ούτε για πλάκα δεν θέλει τον αναχωρητισμό. Το αντίθετο: θέλει να συγυρίσει καλά και όμορφα την πεζή του καθημερινότητα, όχι να την κοπανήσει απ’ αυτήν.

…και το καλό μυθιστόρημα

«Η τάση του ανθρώπου για στιγμές ανάπαυλας, ο πόθος του να ξεφύγει από τα καθημερινά και τετριμμένα τον σπρώχνει στη λογοτεχνία.» Μήπως όλο αυτό, όλη αυτή η βεβαιότητα δεν ισχύει καν; Μήπως ο άνθρωπος, το κοινωνικό άτομο, κάθε άλλο παρά στον αναχωρητισμό ρέπει, μήπως το μόνο που τον μέλει είναι να εκλογικεύσει, να καταλάβει και να αξιοποιήσει την καθημερινή ζωή του; Και μήπως δεν το κάνει πια μέσω της λογοτεχνίας, μέσω του κλασικού μυθιστορήματος, επειδή το είδος αυτό δεν υπάρχει πια, δεν παράγεται; Μήπως η λογοτεχνία η ίδια, όπως και τόσα άλλα, ξέφτισε κι έγινε, αν όχι όλη, τέλος πάντων εν πολλοίς, σολιψισμός και παραλήρημα και διαιώνιση του προσωπικού αδιεξόδου; Πού είναι το παλιό μυθιστόρημα με την περιεκτική ανάπλαση του κόσμου, με τη δημιουργία ενός νέου κόσμου με τα υλικά του καθημερινού που διασφαλίζει στον αναγνώστη μια καίρια απόσταση από τον πρώτο για να τον καταλάβει ακριβώς καλύτερα, για να συνειδητοποιήσει; Πού είναι η δραματική σύγκρουση του ήρωα, ο μόχθος να ξεπεράσει το ένα ή το άλλο δίλημμα, τώρα που δεν υπάρχουν διλήμματα, παρά μόνο ελεύθερα εναλλασσόμενες επιλογές; Μήπως δεν είναι κρίση γούστου, αλλά κρίση της λογοτεχνίας και ίσως κρίση της ζωής; Κάτι μας λέει ότι το κοινό εξακολουθεί να περιμένει: ένα καλό μυθιστόρημα. Πρέπει όμως και να γραφεί.