1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων στο στόχαστρο

12 Δεκεμβρίου 2014

Αρχαία ευρήματα γίνονται συχνά βορά στα χέρια αρχαιοκάπηλων, ιδίως στη Μ. Ανατολή. Η παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων στο επίκεντρο του συνεδρίου «Πολιτιστικά αγαθά σε κίνδυνο» στο Βερολίνο.

https://p.dw.com/p/1E2qn
Εικόνα: DW/W. Mustafa

Η τέλεση ενός εγκλήματος όταν δεν αποκαλύπτεται είναι σαν να μην έχει καν διαπραχθεί, θα μπορούσαν να υποστηρίξουν οι απανταχού αρχαιοκάπηλοι. Στις περισσότερες χώρες η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής νομοθετικής ρύθμισης, σε αντίθεση π.χ. με το παράνομο εμπόριο όπλων ή ναρκωτικών ουσιών. Οι ίδιες οι διωκτικές αρχές μάλιστα δεν διαθέτουν συχνά καν επαρκές εξειδικευμένο προσωπικό για τη δίωξη εγκλημάτων σχετικών με την παράνομη εμπορία αρχαιοτήτων.

«Πολιτιστικά αγαθά σε κίνδυνο» είναι ο τίτλος συνεδρίου που συγκεντρώνει αυτές τις μέρες στο Βερολίνο (11 και 12 Δεκεμβρίου) το ενδιαφέρον των ειδικών στον τομέα της προστασίας της πολιτιστικών αγαθών από παράνομες εμπορικές δραστηριότητες. Στις εργασίες του συνεδρίου μετέχουν επιστήμονες από όλον τον κόσμο, εκπρόσωποι από τον χώρο της πολιτικής και φορείς από τον χώρο του πολιτισμού από την Ευρώπη αλλά και περιοχές όπως τη Β. Αφρική και τη Μ. Ανατολή, όπου τα τελευταία χρόνια σημειώνεται αύξηση των καταστροφών και λεηλασιών ιστορικών μνημείων. Την Ελλάδα εκπροσωπούν ο Κώστας Νικολέντζος από το υπουργείο Πολιτισμού και η Ήρα Καλιαμπέτσου από την Ελληνική Εταιρεία Δικαίου Αρχαιοτήτων.

Έμφαση στις εμπόλεμες ζώνες της Μ. Ανατολής

Tα τελευταία χρόνια το φαινόμενο της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών εστιάζεται ως επί το πλείστον σε περιοχές της Μέσης Ανατολής, όπου μαίνονται πόλεμοι και εμφύλιες συρράξεις. Σύμφωνα με στοιχεία ειδικής έκθεσης του ΟΗΕ που συντάχθηκε για λογαριασμό του Συμβουλίου Ασφαλείας στις δραστηριότητες αυτές εμπλέκεται έντονα και το τρομοκρατικό δίκτυο Ισλαμικό Κράτος (IS). Το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων αποτελεί μία από τις πηγές χρηματοδότησης του IS, το οποίο επιδίδεται σε συστηματικές λεηλασίες αρχαιολογικών χώρων, για τις οποίες συχνά χρησιμοποιούνται ακόμη και μπουλντόζες. Για τους αρχαιολόγους αυτές οι πρακτικές αποτελούν τραγωδία. «Μπορεί κάποιος να δει τις περιοχές που πλήττονται από δορυφορικές φωτογραφίες. Οι περιοχές αυτές μετά τις παράνομες ανασκαφές θυμίζουν σεληνιακό τοπίο», αναφέρει στην DW o αρχαιολόγος Νιλ Μπρόντι από το Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. «Ξέρουμε από τους κατοίκους των περιοχών τι πραγματικά συμβαίνει: δεν πρόκειται μόνο για απλούς λάκκους αλλά για ανασκαφές σε μεγάλο βάθος, που μπορούν να συγκριθούν με τούνελ. Κάποιοι από αυτούς τους αρχαιολογικούς χώρους έχουν σοβαρά επιβαρυνθεί», αναφέρει ο Μπρόντι.

Αρχαιολογικός χώρος στο Ισίν του Ιράκ, «θύμα» παράνομων ανασκαφών και εμπορίας αρχαιοτήτων
Αρχαιολογικός χώρος στο Ισίν του Ιράκ, «θύμα» παράνομων ανασκαφών και εμπορίας αρχαιοτήτωνΕικόνα: Margarete van Ess/DAI/UNESCO

Ο σκωτσέζος αρχαιολόγος ωστόσο δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει σε πραγματικά μεγέθη την καταστροφή. Για δύο λόγους: πρώτον διότι σε ένα μεγάλο μέρος των αρχαιοτήτων που διακινούνται στην αγορά δεν είναι γνωστή η ακριβής προέλευσή τους και δεύτερον επειδή πολλοί από τους κλεμμένους αρχαιολογικούς θησαυρούς δεν εμφανίζονται καν σε πρώτη φάση σε δημοπρασίες και ιδιωτικές συλλογές. «Τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν στηθεί μεγάλες συλλογές ειδικά με αρχαιότητες από το Ιράκ –και αυτά τα αντικείμενα δεν εμφανίστηκαν ποτέ στην ανοιχτή αγορά», λέει ο Μπρόντι.

Ανάγκη θέσπισης ειδικού νομικού πλαισίου

Ωστόσο υπάρχουν κάποια επίσημα στοιχεία, αν και ασαφή, αναφορικά με την παράνομη διακίνηση αρχαιολογικών θησαυρών ανά τον κόσμο. Σύμφωνα με την Interpol, την UNESCO αλλά και το Γραφείο του ΟΗΕ για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) τα έσοδα από το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων ανέρχονται σε έξι με οκτώ δις δολάρια. Το ποσό αυτό εκτιμάται ότι είναι 40 φορές μεγαλύτερο από τα έσοδα της αντίστοιχης νόμιμης αγοράς, σύμφωνα με την Ούρσουλα Κάμπαν από την Διεθνή Ένωση Εμπόρων Έργων Τέχνης (IADAA). H ίδια μάλιστα αναφέρει ότι ο κλάδος που εκπροσωπεί συχνά αντιμετωπίζεται με καχυποψία, εξαιτίας των ολοένα αυξανόμενων υπονοιών για πώληση προϊόντων αρχαιοκαπηλίας.

Η γερμανίδα υπουργός Πολιτισμού Μπάρμπαρα Γκρίτερς
Η γερμανίδα υπουργός Πολιτισμού Μπάρμπαρα ΓκρίτερςΕικόνα: picture alliance/BREUEL-BILD

Μέχρι στιγμής το νομικό πλαίσιο που ίσχυε σε πολλές χώρες, όπως και στη Γερμανία ήταν ασαφές, με αποτέλεσμα να μην είναι υποχρεωτική η ακριβής αναγραφή των στοιχείων προέλευσης ενός έργου τέχνης ή άλλων αρχαίων αντικειμένων. Στο μεταξύ η γερμανική κυβέρνηση θέτει πλέον ανοιχτά «επί τάπητος» το θέμα της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων με στόχο τη δημιουργία ενός νέου, αυστηρού νομικού πλαισίου. Η γερμανίδα υπουργός Πολιτισμού Μόνικα Γκρίτερς επεξεργάζεται ήδη νομοσχέδιο για την εμπορία αρχαιοτήτων, που αναμένεται να κατατεθεί στη γερμανική βουλή με απώτερο στόχο τη διασφάλιση νόμιμων διαδικασιών, εισάγοντας αυστηρότερους όρους ως προς την καταγραφή της αρχικής προέλευσης αλλά και των σχετικών αδειών για εμπορία αρχαιοτήτων. Απώτερος σκοπός αυτής αλλά και άλλων παρόμοιων νομοθετικών πρωτοβουλιών είναι, μεταξύ άλλων, να καταστήσουν μη ελκυστική την παράνομη αυτη εμπορική δραστηριότητα.

Μatthias von Hein / Δήμητρα Κυρανούδη