1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

O Γκαίτε, η ΕΚΤ και η νομισματική πολιτική

2 Οκτωβρίου 2012

Τι σχέση έχει ο Φάουστ του Γερμανού ποιητή Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε με τη νομισματική πολιτική και το ρόλο της ΕΚΤ; 180 χρόνια μετά, το έργο του Γερμανού λογοτέχνη μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ.

https://p.dw.com/p/16IHK
Εικόνα: Johannes Eisele/AFP/GettyImages

Η εποχή του καρναβαλιού πλησιάζει. Ο αυτοκράτορας θέλει να γιορτάσει, του λείπουν όμως τα χρήματα. Του εμφανίζεται τότε ο Μεφιστοφελής με τη μορφή του Διαβόλου και τον συμβουλεύει να τυπώσει χρήματα. Ο ηγεμόνας πείθεται. Το κράτος απαλλάσσεται των χρεών του και ο λαός καταλαμβάνεται από καταναλωτική μανία. Ο αυτοκράτορας ανακοινώνει γεμάτος υπερηφάνεια ότι τα χρήματα μετέτρεψαν «όλο τον πόνο σε ευημερία».

Όταν ο Γκαίτε έγραφε αυτήν την ιστορία στο δεύτερο σκέλος του γνωστού του έργου Φάουστ δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο επίκαιρη θα ήταν 180 χρόνια αργότερα. Σήμερα μπορεί να κάνει κανείς πολλούς παραλληλισμούς της ευρωκρίσης με το γνωστό έργο του Γκαίτε. Τέτοιους παραλληλισμούς αναζήτησαν και οι ομιλητές σχετικής συζήτησης που έγινε στην έδρα της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας (Bundesbank) στην Φρανκφούρτη στα μέσα Σεπτεμβρίου.

Ο φόβος του πληθωρισμού

Η πρόσφατη ανακοίνωση του επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι περί απεριόριστης αγοράς ομολόγων των κρατών που πλήττονται περισσότερο από την κρίση επικρίθηκε σφόδρα από πολλούς Γερμανούς οικονομολόγους. Έναν παραλληλισμό με το σήμερα έκανε στην εν λόγω εκδήλωση ο πρόεδρος της Bundesbank Γενς Βάιντμαν κάνοντας ένα υπαινιγμό για την αποτελεσματικότητα του προγράμματος αγοράς ομολόγων μέσω της ΕΚΤ:

«Οι εμπλεκόμενοι είναι τόσο χαρούμενοι για την υποτιθέμενη ευεργεσία ώστε δεν φαντάζονται καθόλου ότι η εξέλιξη των πραγμάτων θα ξεφύγει από τα χέρια τους».

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει όμως και ο Ότμαρ Ίσινγκ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ λέγοντας ότι αν η ευρωτράπεζα αυξήσει σημαντικά τη ρευστότητα θα είναι δύσκολο να προχωρήσει σε αλλαγή πορείας όταν αυτό κριθεί απαραίτητο από πλευράς νομισματικής πολιτικής.

Επομένως αν δεν κλείσει εγκαίρως η στρόφιγγα της χρηματοδότησης, το χρήμα χάνει σε αξία. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο πληθωρισμός. Για τον Γενς Βάιντμαν η ανεξαρτησία της ΕΚΤ έχει καθοριστική σημασία. Μόνο όντας ανεξάρτητη θα μπορέσει να διασφαλίσει την αξία του χρήματος και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων.

Ο Ότμαρ Ίσινγκ δεν διστάζει να επικρίνει τις πρόσφατες κινήσεις της ΕΚΤ, επισημαίνοντας ότι «όσο περισσότερο δίνει η ΕΚΤ την εντύπωση ότι βοηθά σε περίπτωση ανάγκης και όσο περισσότερο οι πολιτικοί υποδεικνύουν ότι η κεντρική τράπεζα θα βοηθήσει αν παραστεί ανάγκη, τόσο δυσκολότερη γίνεται η προσπάθεια να πειστούν οι πολίτες ότι πρέπει να κάνουν θυσίες, εφόσον φαίνεται να υπάρχει και απλούστερος τρόπος».

Συγκρίσεις με το αμερικανικό παράδειγμα

Η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής κρύβει μεγάλους κινδύνους. Ο Τόμας Μάγερ, σύμβουλος της Deutsche Bank αναφέρεται στην πολιτική των χαμηλών επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), που γέννησε όπως είπε διάφορες φούσκες, το σκάσιμο των οποίων προκάλεσε την χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση:

«Είναι οι ίδιοι άνθρωποι, οι οποίοι στην πράξη δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από τα λάθη τους και σήμερα ξανακάνουν τα ίδια. Ποιος ξέρει που θα καταλήξουμε» σχολιάζει ο Γερμανός ειδικός.

Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Bundesbank Γιόαχιμ Νάγκελ θεωρεί ότι η πολιτική της EKT ενέχει πολύ περισσότερο ρίσκο συγκριτικά με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της FED επειδή, όπως λέει: «η αμερικανική κεντρική τράπεζα δεν αγοράζει ομόλογα των Πολιτειών. Αγοράζει ομόλογα των ΗΠΑ».

Στο ερώτημα, που οδηγεί την ευρωζώνη η ΕΚΤ μέσα από τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της, οι απόψεις διίστανται. Στον Φάουστ του Γκαίτε πάντως, το πείραμα με τα χαρτονομίσματα είχε τραγική κατάληξη».

Zhang Danhong / Άρης Καλτιριμτζής

Υπεύθ. σύνταξης: Σταμάτης Ασημένιος

Bundesbank Jens Weidmann
Σφοδρός επικριτής των προτάσεων Ντράγκι ο Γενς ΒάιντμανΕικόνα: Reuters
Ottmar Issing, Thomas Mayer
Οι κ.κ. Ότμαρ Ίσινγκ και Τόμας Μάγερ (δεξ.) στην πρόσφατη συζήτηση στην ΦρανκφούρτηΕικόνα: DW